Διαφθείρω στα ισλανδικά
Μετάφραση: διαφθείρω, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
afbaka, deprave
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διαφθείρω
διαφθείρω αοριστοσ, διαφθείρω αρχικοι χρονοι αρχαια, διαφθείρω αρχικοι χρονοι, διαφθείρω λεξικο, διαφθείρω συνώνυμο, διαφθείρω λεξικό γλώσσας ισλανδικά, διαφθείρω στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- διαφημίζω στα ισλανδικά - auglýsa, advertise, getur advertise, skrá, þú getur advertise
- διαφημιστικός στα ισλανδικά - auglýsingar, auglýsa, auglýsingum, að auglýsa, Auglýsingastarfsemi
- διαφθορά στα ισλανδικά - spillingu, spilling, sem spilling, spillingar
- διαφορά στα ισλανδικά - munur, munurinn, mismunur, munurinn á, munur á
Τυχαίες λέξεις
Διαφθείρω στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: afbaka, deprave
Μεταφράσεις: afbaka, deprave