Διαφθείρω στα νορβηγικά
Μετάφραση: διαφθείρω, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
bestikke, deprave
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διαφθείρω
διαφθείρω αοριστοσ, διαφθείρω αρχικοι χρονοι αρχαια, διαφθείρω αρχικοι χρονοι, διαφθείρω λεξικο, διαφθείρω συνώνυμο, διαφθείρω λεξικό γλώσσας νορβηγικά, διαφθείρω στα νορβηγικά
Μεταφράσεις
- διαφημίζω στα νορβηγικά - reklamere, kunngjøre, annonsere, annonserer, annonser, annonsere for, å annonsere
- διαφημιστικός στα νορβηγικά - annonse, annonsering, reklame, Advertising
- διαφθορά στα νορβηγικά - bestikkelse, korrupsjon, korrupsjons, korrupsjonen, av korrupsjon
- διαφορά στα νορβηγικά - forskjell, forskjellen, differansen
Τυχαίες λέξεις
Διαφθείρω στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: bestikke, deprave
Μεταφράσεις: bestikke, deprave