Εργοδότης στα εσθονικά

Μετάφραση: εργοδότης, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
tööandja, tööandjale, tööandjat, tööandjal, tööandjate
Εργοδότης στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εργοδότης

εργοδότης στα αγγλικά, εργοδότης δεν πληρώνει, εργοδότης ορισμός, εργοδότης σκότωσε, εργοδότης σύζυγος, εργοδότης λεξικό γλώσσας εσθονικά, εργοδότης στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • εργατικός στα εσθονικά - ülipüüdlik, pühendunud, hoolas, järjekindel, püüdlik, töökas, usin, ...
  • εργοδηγός στα εσθονικά - eestööline, töödejuhataja, kubjas, ätt, Vanamehel, Vanamehel on, valgustaja
  • εργολάβος στα εσθονικά - töövõtja, peatöövõtja, lepinguosaline, tööettevõtja, töövõtjale, lepingupool
  • εργοστάσιο στα εσθονικά - vabrik, istutama, tehas, frees, taim, veski, jahvatama, ...
Τυχαίες λέξεις
Εργοδότης στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: tööandja, tööandjale, tööandjat, tööandjal, tööandjate