Εργοδότης στα φινλανδικά
Μετάφραση: εργοδότης, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
työnantaja, toimeksiantaja, isäntä, työnantajan, työnantajalle, työnantajana, työnantajansa
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εργοδότης
εργοδότης στα αγγλικά, εργοδότης δεν πληρώνει, εργοδότης ορισμός, εργοδότης σκότωσε, εργοδότης σύζυγος, εργοδότης λεξικό γλώσσας φινλανδικά, εργοδότης στα φινλανδικά
Μεταφράσεις
- εργατικός στα φινλανδικά - työteliäs, ahkera, hellittämätön, uuttera, ahkeria, ahkeraa, yritteliäs, ...
- εργοδηγός στα φινλανδικά - työnjohtaja, esimies, ukko, Valaisija, pomo, Gaffer
- εργολάβος στα φινλανδικά - rakennusurakoitsija, urakoitsija, urakoitsijan, toimeksisaaja, toimeksisaajan, Sopimusosapuoleksi
- εργοστάσιο στα φινλανδικά - vanuttaa, kasvi, mylly, jauhaminen, upottaa, perustaa, istuttaa, ...
Τυχαίες λέξεις
Εργοδότης στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: työnantaja, toimeksiantaja, isäntä, työnantajan, työnantajalle, työnantajana, työnantajansa
Μεταφράσεις: työnantaja, toimeksiantaja, isäntä, työnantajan, työnantajalle, työnantajana, työnantajansa