Εργοδότης στα λιθουανικά
Μετάφραση: εργοδότης, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
darbdavys, darbdavio, darbdaviui
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εργοδότης
εργοδότης στα αγγλικά, εργοδότης δεν πληρώνει, εργοδότης ορισμός, εργοδότης σκότωσε, εργοδότης σύζυγος, εργοδότης λεξικό γλώσσας λιθουανικά, εργοδότης στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- εργατικός στα λιθουανικά - darbštus, stropus, išradingas, darbščių, darbštūs
- εργοδηγός στα λιθουανικά - meistras, šeimininkas, seniūnas, viršininkas, tėvukas, darbdavys, senis, ...
- εργολάβος στα λιθουανικά - rangovas, sutarties, rangovo, sutarties šalis, rangovui
- εργοστάσιο στα λιθουανικά - fabrikas, gamykla, sodinukas, augalas, gamyklos, įmonė, gamykloje
Τυχαίες λέξεις
Εργοδότης στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: darbdavys, darbdavio, darbdaviui
Μεταφράσεις: darbdavys, darbdavio, darbdaviui