Μοναξιά στα εσθονικά

Μετάφραση: μοναξιά, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
üksildus, üksindus, üksinduse, üksindust, üksilduse
Μοναξιά στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μοναξιά

μοναξιά μου - πάνος καλίδης, μοναξιά φτάνεις κάποτε μοιραία, μοναξιά χιλιάδες φύλλα, μοναξιά μου όλα, μοναξιά μου, μοναξιά λεξικό γλώσσας εσθονικά, μοναξιά στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • μονή στα εσθονικά - klooster, kloostrikirik, Abbey, kloostrist, kloostri-
  • μοναδικός στα εσθονικά - ainulaadne, singular, ainsus, unikaalne, kordumatu, unikaalse, ainulaadse
  • μοναχικός στα εσθονικά - üksildasevõitu, üksildane, üksik, lonely, üksildase, üksikuna
  • μοναχός στα εσθονικά - üksi, üksinda, munk, Friar, vend, Kaputsiin, kloostrivend
Τυχαίες λέξεις
Μοναξιά στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: üksildus, üksindus, üksinduse, üksindust, üksilduse