Μοναξιά στα ουγγρικά
Μετάφραση: μοναξιά, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
magányosság, elhagyatottság, magány, a magány, magányt, magánnyal
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μοναξιά
μοναξιά μου - πάνος καλίδης, μοναξιά φτάνεις κάποτε μοιραία, μοναξιά χιλιάδες φύλλα, μοναξιά μου όλα, μοναξιά μου, μοναξιά λεξικό γλώσσας ουγγρικά, μοναξιά στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- μονή στα ουγγρικά - apátság, apácazárda, kolostor, apátsági, apátságot, abbey, apátságban
- μοναδικός στα ουγγρικά - egyes, egyedülálló, egyedi, különleges, az egyedülálló, sajátos
- μοναχικός στα ουγγρικά - társtalan, egyedüli, remete, elhagyatott, visszavonult, magányos, magányosnak, ...
- μοναχός στα ουγγρικά - csakis, szerzetes, barát, szerzetest, szerzetesi
Τυχαίες λέξεις
Μοναξιά στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: magányosság, elhagyatottság, magány, a magány, magányt, magánnyal
Μεταφράσεις: magányosság, elhagyatottság, magány, a magány, magányt, magánnyal