Μονοπάτι στα εσθονικά
Μετάφραση: μονοπάτι, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
tee, jälg, teekonnajoon, rada, järgnema, teed, liikujale, teel, path
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μονοπάτι
μονοπάτι σιδηροδρομικών, μονοπάτι συνώνυμα, μονοπάτι παλιάς καβάλας, μονοπάτι δωμάτια & διαμερίσματα, μονοπάτι των κενταύρων, μονοπάτι λεξικό γλώσσας εσθονικά, μονοπάτι στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- μονοκόμματος στα εσθονικά - tömp, pläru, nürima, ühes tükis, ühest tükist, alla ühes tükis, üks nupp
- μονομαχία στα εσθονικά - duell, heitlus, duelli, duel, duellil
- μονοπάτια στα εσθονικά - jalgrada, suusarajad, murdmaasuusarajad, trails, rajad, matkarajad
- μονοπώλιο στα εσθονικά - monopol, monopoli, monopoolse, monopoolne, monopoolses
Τυχαίες λέξεις
Μονοπάτι στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: tee, jälg, teekonnajoon, rada, järgnema, teed, liikujale, teel, path
Μεταφράσεις: tee, jälg, teekonnajoon, rada, järgnema, teed, liikujale, teel, path