Μονοπάτι στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: μονοπάτι, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
патека, патот, пат, на патот, патеката
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μονοπάτι
μονοπάτι σιδηροδρομικών, μονοπάτι συνώνυμα, μονοπάτι παλιάς καβάλας, μονοπάτι δωμάτια & διαμερίσματα, μονοπάτι των κενταύρων, μονοπάτι λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, μονοπάτι στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- μονοκόμματος στα σλαβομακεδονικά - едно парче, еден дел, една фигура, само едно парче
- μονομαχία στα σλαβομακεδονικά - двобој, двобојот, дуел, мегдан, дуелот
- μονοπάτια στα σλαβομακεδονικά - патеки, трагите, стази, патеките, траги
- μονοπώλιο στα σλαβομακεδονικά - монопол, монополот, монополска, монополската, монополот на
Τυχαίες λέξεις
Μονοπάτι στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: патека, патот, пат, на патот, патеката
Μεταφράσεις: патека, патот, пат, на патот, патеката