Μονοπάτι στα ιταλικά

Μετάφραση: μονοπάτι, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
sentiero, viottolo, cammino, pista, binario, carreggiata, rotaia, path, via, strada
Μονοπάτι στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μονοπάτι

μονοπάτι σιδηροδρομικών, μονοπάτι συνώνυμα, μονοπάτι παλιάς καβάλας, μονοπάτι δωμάτια & διαμερίσματα, μονοπάτι των κενταύρων, μονοπάτι λεξικό γλώσσας ιταλικά, μονοπάτι στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • μονοκόμματος στα ιταλικά - spuntato, smussare, ottundere, un pezzo, un pezzo solo, un unico pezzo, unico pezzo, ...
  • μονομαχία στα ιταλικά - duello, Duel, Duel e
  • μονοπάτια στα ιταλικά - sentieri, percorsi, piste, itinerari, tracce
  • μονοπώλιο στα ιταλικά - esclusiva, monopolio, di monopolio, il monopolio, monopolio di, monopolistico
Τυχαίες λέξεις
Μονοπάτι στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: sentiero, viottolo, cammino, pista, binario, carreggiata, rotaia, path, via, strada