Μονοπάτι στα ισπανικά

Μετάφραση: μονοπάτι, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
pista, carril, recorrido, sendero, camino, senda, estela, vereda, vía, surco, trayectoria, ruta de acceso, ruta de
Μονοπάτι στα ισπανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μονοπάτι

μονοπάτι σιδηροδρομικών, μονοπάτι συνώνυμα, μονοπάτι παλιάς καβάλας, μονοπάτι δωμάτια & διαμερίσματα, μονοπάτι των κενταύρων, μονοπάτι λεξικό γλώσσας ισπανικά, μονοπάτι στα ισπανικά

Μεταφράσεις

  • μονοκόμματος στα ισπανικά - embotar, obtuso, embotado, despuntar, una pieza, una sola pieza, sola pieza, ...
  • μονομαχία στα ισπανικά - duelo, desafío, duelo de, el duelo, de duelo
  • μονοπάτια στα ισπανικά - senda, senderos, caminos, rastros, rutas, pistas
  • μονοπώλιο στα ισπανικά - monopolio, el monopolio, monopolio de, de monopolio, monopolista
Τυχαίες λέξεις
Μονοπάτι στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: pista, carril, recorrido, sendero, camino, senda, estela, vereda, vía, surco, trayectoria, ruta de acceso, ruta de