Νόμιμος στα εσθονικά
Μετάφραση: νόμιμος, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
õiguspärane, legaalne, õigusjärgne, legitiimne, seaduslik, õiguslik, juriidiline, õigusliku, õiguslikku, juriidilise
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: νόμιμος
νόμιμος λόγος ευθύνης, νόμιμος εκπρόσωπος σωματείου, νόμιμος εκπρόσωπος, νόμιμος τόκος υπερημερίας 2014, νόμιμος πληθυσμός 2011, νόμιμος λεξικό γλώσσας εσθονικά, νόμιμος στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- νόμιζα στα εσθονικά - mõte, arvasin, mõelnud, arvasid
- νόμιμα στα εσθονικά - seaduslikult, õiguslikult, juriidiliselt, seadusega, õiguspäraselt
- νόμισμα στα εσθονικά - maksevahend, vääring, valuuta, vääringus, valuutas, vääringu, raha
- νόμος στα εσθονικά - seadus, õigus, õiguse, õigusega, õiguses
Τυχαίες λέξεις
Νόμιμος στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: õiguspärane, legaalne, õigusjärgne, legitiimne, seaduslik, õiguslik, juriidiline, õigusliku, õiguslikku, juriidilise
Μεταφράσεις: õiguspärane, legaalne, õigusjärgne, legitiimne, seaduslik, õiguslik, juriidiline, õigusliku, õiguslikku, juriidilise