Νόμιμος στα ιταλικά

Μετάφραση: νόμιμος, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
legale, onesto, legittimo, giudiziario, lecito, legalitario, giuridica, giuridico, legali, diritto
Νόμιμος στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: νόμιμος

νόμιμος λόγος ευθύνης, νόμιμος εκπρόσωπος σωματείου, νόμιμος εκπρόσωπος, νόμιμος τόκος υπερημερίας 2014, νόμιμος πληθυσμός 2011, νόμιμος λεξικό γλώσσας ιταλικά, νόμιμος στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • νόμιζα στα ιταλικά - pensiero, concetto, idea, pensato, pensato che, pensò, pensava
  • νόμιμα στα ιταλικά - legalmente, giuridicamente, giorno festivo, legge, legale
  • νόμισμα στα ιταλικά - valuta, moneta, valuta Spese di, valuta Spese, di valuta
  • νόμος στα ιταλικά - diritto, legge, legislazione, il diritto, normativa
Τυχαίες λέξεις
Νόμιμος στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: legale, onesto, legittimo, giudiziario, lecito, legalitario, giuridica, giuridico, legali, diritto