Νόμιμος στα τούρκικα
Μετάφραση: νόμιμος, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
yasal, hukuki, tüzel, hukuk, kanuni
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: νόμιμος
νόμιμος λόγος ευθύνης, νόμιμος εκπρόσωπος σωματείου, νόμιμος εκπρόσωπος, νόμιμος τόκος υπερημερίας 2014, νόμιμος πληθυσμός 2011, νόμιμος λεξικό γλώσσας τούρκικα, νόμιμος στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- νόμιζα στα τούρκικα - tahmin, düşünce, fikir, sanı, düşündüm, düşüncelerini, düşünmüş, ...
- νόμιμα στα τούρκικα - yasal, yasal olarak, hukuken, hukuki, kanunen
- νόμισμα στα τούρκικα - geçerlik, para, döviz, para birimi, kur, para cinsinden
- νόμος στα τούρκικα - zabıta, kanun, yasa, adalet, hukuk, hukuku, yasası
Τυχαίες λέξεις
Νόμιμος στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: yasal, hukuki, tüzel, hukuk, kanuni
Μεταφράσεις: yasal, hukuki, tüzel, hukuk, kanuni