Ξεπερασμένος στα εσθονικά
Μετάφραση: ξεπερασμένος, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
vanamoodne, aegunud, vananenud, on aegunud, iganenud
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ξεπερασμένος
ξεπερασμένοσ συνώνυμο, ξεπερασμένος συνώνυμα, ξεπερασμένος αγγλικα, ξεπερασμένος λεξικό γλώσσας εσθονικά, ξεπερασμένος στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- ξενώνας στα εσθονικά - kämping, internaat, ühiselamu, külaliste tuba, Külalistetuba, guest room, tubades, ...
- ξεπαγώνω στα εσθονικά - sula, sulatamist, sulatamise, sulamise, sulatage
- ξεπερνώ στα εσθονικά - möödasõit, ületama, edestama, ette jõudma, mööda minema, Jätab seljataha
- ξεπεσμός στα εσθονικά - kallak, kahanema, degradeerumine, degradatsioon, lagunemise, degradatsiooni, lagunemist
Τυχαίες λέξεις
Ξεπερασμένος στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: vanamoodne, aegunud, vananenud, on aegunud, iganenud
Μεταφράσεις: vanamoodne, aegunud, vananenud, on aegunud, iganenud