Ξεπερασμένος στα λιθουανικά

Μετάφραση: ξεπερασμένος, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
paseno, pasenę, pasenęs, pasenusi, pasenusios
Ξεπερασμένος στα λιθουανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ξεπερασμένος

ξεπερασμένοσ συνώνυμο, ξεπερασμένος συνώνυμα, ξεπερασμένος αγγλικα, ξεπερασμένος λεξικό γλώσσας λιθουανικά, ξεπερασμένος στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • ξενώνας στα λιθουανικά - smuklė, Svečių kambarys, svečių kambaryje, guest room, svečių numeryje
  • ξεπαγώνω στα λιθουανικά - atodrėkis, atšilti, tirpimas, atolaidis, atlydys
  • ξεπερνώ στα λιθουανικά - lenkti, aplenkti, pralenkti, Dystansować, Przeganiać
  • ξεπεσμός στα λιθουανικά - saulėlydis, atsisakyti, linksniuoti, degradacija, skilimo, skaidymas, degradacijos, ...
Τυχαίες λέξεις
Ξεπερασμένος στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: paseno, pasenę, pasenęs, pasenusi, pasenusios