Ξεπερασμένος στα ρωσικά
Μετάφραση: ξεπερασμένος, Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
старомодный, устаревший, устарели, устарело, устарела, устарел
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ξεπερασμένος
ξεπερασμένοσ συνώνυμο, ξεπερασμένος συνώνυμα, ξεπερασμένος αγγλικα, ξεπερασμένος λεξικό γλώσσας ρωσικά, ξεπερασμένος στα ρωσικά
Μεταφράσεις
- ξενώνας στα ρωσικά - общежитие, турбаза, гостиница, интернат, комната для гостей, номере, номер, ...
- ξεπαγώνω στα ρωσικά - потепление, оттаивать, таять, оттаять, размораживать, смягчение, подтаивать, ...
- ξεπερνώ στα ρωσικά - увенчивать, превозмогать, превышать, превосходить, побеждать, застигать, обуять, ...
- ξεπεσμός στα ρωσικά - отклонять, снижение, снизиться, отклонить, отказать, ухудшиться, просклонять, ...
Τυχαίες λέξεις
Ξεπερασμένος στα ρωσικά - Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Μεταφράσεις: старомодный, устаревший, устарели, устарело, устарела, устарел
Μεταφράσεις: старомодный, устаревший, устарели, устарело, устарела, устарел