Ξεπερασμένος στα ισλανδικά

Μετάφραση: ξεπερασμένος, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
úrelt, út af dagsetning, úreltar, samræmmi við innihald, í samræmmi við innihald
Ξεπερασμένος στα ισλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ξεπερασμένος

ξεπερασμένοσ συνώνυμο, ξεπερασμένος συνώνυμα, ξεπερασμένος αγγλικα, ξεπερασμένος λεξικό γλώσσας ισλανδικά, ξεπερασμένος στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • ξενώνας στα ισλανδικά - herbergið, herbergin, gestaherbergi, gestaherbergin
  • ξεπαγώνω στα ισλανδικά - þíða
  • ξεπερνώ στα ισλανδικά - outdistance
  • ξεπεσμός στα ισλανδικά - beygja, niðurbrot, hnignun, niðurbroti, niðurbrots, Niðurbrotið
Τυχαίες λέξεις
Ξεπερασμένος στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: úrelt, út af dagsetning, úreltar, samræmmi við innihald, í samræmmi við innihald