Συναναστρέφομαι στα εσθονικά

Μετάφραση: συναναστρέφομαι, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
rühmitama, sortima, lähedalt läbi käima, Väljak tuttavallisesti
Συναναστρέφομαι στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συναναστρέφομαι

συναναστρέφομαι συνώνυμα, συναναστρέφομαι συνωνυμο, συναναστρέφομαι με, συναναστρέφομαι λεξικο, συναναστρέφομαι στα αγγλικα, συναναστρέφομαι λεξικό γλώσσας εσθονικά, συναναστρέφομαι στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • συναισθηματικός στα εσθονικά - sentimentaalne, emotsionaalne, tundeline, emotsionaalse, emotsionaalset, emotsionaalsed, emotsionaalsete
  • συναλλαγή στα εσθονικά - tehing, kanne, tehingu, tehingute, tehingut, tehinguga
  • συναντώ στα εσθονικά - kohtumine, kohtama, kokkupõrked, kohtuma, vastama, Meet, vastavad, ...
  • συναρμολογώ στα εσθονικά - koostama, kogunema, võrdlema, võrdleb, võrrelda, kogub, koondada
Τυχαίες λέξεις
Συναναστρέφομαι στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: rühmitama, sortima, lähedalt läbi käima, Väljak tuttavallisesti