Συναναστρέφομαι στα ιταλικά
Μετάφραση: συναναστρέφομαι, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
assortire, aggruppare, essere in grande amicizia, hobnob, intrattenetevi, grande amicizia, in grande amicizia
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συναναστρέφομαι
συναναστρέφομαι συνώνυμα, συναναστρέφομαι συνωνυμο, συναναστρέφομαι με, συναναστρέφομαι λεξικο, συναναστρέφομαι στα αγγλικα, συναναστρέφομαι λεξικό γλώσσας ιταλικά, συναναστρέφομαι στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- συναισθηματικός στα ιταλικά - emotivo, sentimentale, emotiva, emozionale, impressionabile, emotivi
- συναλλαγή στα ιταλικά - transazione, operazione, dell'operazione, transazioni, un'operazione
- συναντώ στα ιταλικά - scontro, incontrare, incontro, soddisfare, incontrano, si incontrano, meet
- συναρμολογώ στα ιταλικά - radunare, adunare, montare, confrontare, raccogliere, fascicolare, fascicolazione, ...
Τυχαίες λέξεις
Συναναστρέφομαι στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: assortire, aggruppare, essere in grande amicizia, hobnob, intrattenetevi, grande amicizia, in grande amicizia
Μεταφράσεις: assortire, aggruppare, essere in grande amicizia, hobnob, intrattenetevi, grande amicizia, in grande amicizia