Συναναστρέφομαι στα πορτογαλικά
Μετάφραση: συναναστρέφομαι, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
beber em companhia, confraternizar, hobnob, ter intimidade con
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συναναστρέφομαι
συναναστρέφομαι συνώνυμα, συναναστρέφομαι συνωνυμο, συναναστρέφομαι με, συναναστρέφομαι λεξικο, συναναστρέφομαι στα αγγλικα, συναναστρέφομαι λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, συναναστρέφομαι στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- συναισθηματικός στα πορτογαλικά - emocional, emocionais, emotivo, afetivo
- συναλλαγή στα πορτογαλικά - transação, transacção, transações, de transação, de transações
- συναντώ στα πορτογαλικά - encontrar, encontro, codifique, achar, conheça, se encontram, encontram, ...
- συναρμολογώ στα πορτογαλικά - monte, montar, confrontar, comparar, conferir, agrupar, cotejar
Τυχαίες λέξεις
Συναναστρέφομαι στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: beber em companhia, confraternizar, hobnob, ter intimidade con
Μεταφράσεις: beber em companhia, confraternizar, hobnob, ter intimidade con