Συναναστρέφομαι στα φινλανδικά

Μετάφραση: συναναστρέφομαι, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
seurustella tuttavallisesti
Συναναστρέφομαι στα φινλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συναναστρέφομαι

συναναστρέφομαι συνώνυμα, συναναστρέφομαι συνωνυμο, συναναστρέφομαι με, συναναστρέφομαι λεξικο, συναναστρέφομαι στα αγγλικα, συναναστρέφομαι λεξικό γλώσσας φινλανδικά, συναναστρέφομαι στα φινλανδικά

Μεταφράσεις

  • συναισθηματικός στα φινλανδικά - imelä, herkkä, hempeä, tunteellinen, tunnepitoinen, tunneperäinen, emotionaalinen, ...
  • συναλλαγή στα φινλανδικά - toimi, liiketoimi, tilitapahtuma, kauppa, liiketoimen, Kaupan, tapahtuman
  • συναντώ στα φινλανδικά - tapaaminen, ajautua, kohtaus, kärhämä, törmätä, tavata, Tapaa, ...
  • συναρμολογώ στα φινλανδικά - koostaa, koota, kerätä, kerääntyä, asentaa, kokoontua, kokoaa, ...
Τυχαίες λέξεις
Συναναστρέφομαι στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: seurustella tuttavallisesti