Συνεισφορά στα εσθονικά

Μετάφραση: συνεισφορά, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
panus, kaastöö, kontributsioon, panuse, toetuse, toetus, panust
Συνεισφορά στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συνεισφορά

συνεισφορά των εφοπλιστών, συνεισφορά σημασια, συνεισφορά κληρονομικό δίκαιο, συνεισφορά translation, συνεισφορά συνώνυμο, συνεισφορά λεξικό γλώσσας εσθονικά, συνεισφορά στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • συνειδητά στα εσθονικά - teadlikult, teadliku
  • συνεισφέρω στα εσθονικά - kaasa aitama, panustama, toetama, kaasa, aidata kaasa
  • συνενώνω στα εσθονικά - ühinema, liituma, konglomeraat, täiendavat järelevalvet, konglomeraadi, konglomeraatmõju
  • συνεπάγομαι στα εσθονικά - pärandusmaa, tähendama, tähenda, tähendada, tähendaks
Τυχαίες λέξεις
Συνεισφορά στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: panus, kaastöö, kontributsioon, panuse, toetuse, toetus, panust