Συνεισφορά στα λευκορωσικά
Μετάφραση: συνεισφορά, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
ўклад, уклад, ўнёсак, унёсак, фундуш
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συνεισφορά
συνεισφορά των εφοπλιστών, συνεισφορά σημασια, συνεισφορά κληρονομικό δίκαιο, συνεισφορά translation, συνεισφορά συνώνυμο, συνεισφορά λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, συνεισφορά στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- συνειδητά στα λευκορωσικά - свядома, сьвядома
- συνεισφέρω στα λευκορωσικά - спрыяць, садзейнічаць
- συνενώνω στα λευκορωσικά - кангламерат, канглямэрат
- συνεπάγομαι στα λευκορωσικά - мець на ўвазе, на ўвазе, ўвазе, разумець
Τυχαίες λέξεις
Συνεισφορά στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: ўклад, уклад, ўнёсак, унёсак, фундуш
Μεταφράσεις: ўклад, уклад, ўнёсак, унёсак, фундуш