Ακμή στα ισλανδικά

Μετάφραση: ακμή, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
unglingabólur, bólur, þrymlabólur, þrymlabólum, þrymlar
Ακμή στα ισλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ακμή

ακμή στην πλάτη, ακμή στα 40, ακμή συνώνυμο, ακμή κύβου, ακμή προσώπου, ακμή λεξικό γλώσσας ισλανδικά, ακμή στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • ακλόνητος στα ισλανδικά - hugfastur, unshaken
  • ακμάζω στα ισλανδικά - Bloom, blóma, blómstra, Blóm, málmhleifurinn
  • ακμαίος στα ισλανδικά - starfsamur, blómlegt, blómstra, blómleg
  • ακοή στα ισλανδικά - heyrn, heyra, að heyra, heyrt, hafa heyrt
Τυχαίες λέξεις
Ακμή στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: unglingabólur, bólur, þrymlabólur, þrymlabólum, þrymlar