Ανακάλυψη στα ισλανδικά

Μετάφραση: ανακάλυψη, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
fundur, uppgötvun, Uppgötvunin, Discovery
Ανακάλυψη στα ισλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ανακάλυψη

ανακάλυψη φωτογραφίας, ανακάλυψη αυστραλίας, ανακάλυψη φωτιάς, ανακάλυψη της πενικιλίνης, ανακάλυψη τηλεφώνου, ανακάλυψη λεξικό γλώσσας ισλανδικά, ανακάλυψη στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • αναιρώ στα ισλανδικά - recant
  • αναισθησία στα ισλανδικά - svæfing, svæfingu, svæfingar, deyfing, deyfingu Meðferð með
  • ανακαίνιση στα ισλανδικά - viðgerð, endurnýjun, Endurbótum, um endurnýjun, endurbætur
  • ανακαινίζω στα ισλανδικά - reface
Τυχαίες λέξεις
Ανακάλυψη στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: fundur, uppgötvun, Uppgötvunin, Discovery