Ανακάλυψη στα τούρκικα

Μετάφραση: ανακάλυψη, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
keşif, keşfi, discovery, bir keşif, buluş
Ανακάλυψη στα τούρκικα
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ανακάλυψη

ανακάλυψη φωτογραφίας, ανακάλυψη αυστραλίας, ανακάλυψη φωτιάς, ανακάλυψη της πενικιλίνης, ανακάλυψη τηλεφώνου, ανακάλυψη λεξικό γλώσσας τούρκικα, ανακάλυψη στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • αναιρώ στα τούρκικα - yalanlamak, caymak, vazgeçmek, sözünü geri, recant, vazgeçip
  • αναισθησία στα τούρκικα - anestezi, anestezisi, anestezinin, anestezi ve
  • ανακαίνιση στα τούρκικα - yenileme, tarihi, yenilenmesi, Güncelleme, tadilat
  • ανακαινίζω στα τούρκικα - yenileştirmek, rektifiyesi
Τυχαίες λέξεις
Ανακάλυψη στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: keşif, keşfi, discovery, bir keşif, buluş