Αποδοκιμασία στα ισλανδικά
Μετάφραση: αποδοκιμασία, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
vanþóknun, höfnun
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αποδοκιμασία
αποδοκιμασία αντώνυμο, αποδοκιμασία νταλάρα, αποδοκιμασία συνώνυμα, αποδοκιμασία λεξικό γλώσσας ισλανδικά, αποδοκιμασία στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- αποδημώ στα ισλανδικά - flytja, flytjast, að flytjast, flytjist úr landi, flytja hingað
- αποδοκιμάζω στα ισλανδικά - hafna, synjað
- αποδοτικός στα ισλανδικά - afkastamikill, duglegur, skilvirkari, skilvirk, skilvirka, skilvirkt
- αποδοτικότητα στα ισλανδικά - skilvirkni, hagkvæmni, Nýtni, afköst, dugnaður
Τυχαίες λέξεις
Αποδοκιμασία στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: vanþóknun, höfnun
Μεταφράσεις: vanþóknun, höfnun