Αποδοκιμασία στα σουηδικά
Μετάφραση: αποδοκιμασία, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
ogillande, Disapproval, till Disapproval, missnöje, besviket
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αποδοκιμασία
αποδοκιμασία αντώνυμο, αποδοκιμασία νταλάρα, αποδοκιμασία συνώνυμα, αποδοκιμασία λεξικό γλώσσας σουηδικά, αποδοκιμασία στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- αποδημώ στα σουηδικά - utvandra, emigrera, emigrerar, utvandrar, att emigrera
- αποδοκιμάζω στα σουηδικά - ogillar, känna, ogilla, underkänna, förkasta
- αποδοτικός στα σουηδικά - verksam, effektiv, effektivt, effektiva, effektivare
- αποδοτικότητα στα σουηδικά - effektivitet, effektiviteten, verkningsgrad
Τυχαίες λέξεις
Αποδοκιμασία στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: ogillande, Disapproval, till Disapproval, missnöje, besviket
Μεταφράσεις: ogillande, Disapproval, till Disapproval, missnöje, besviket