Αστός στα ισλανδικά

Μετάφραση: αστός, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
bæjarmaðurinn, Bæjarmaður
Αστός στα ισλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αστός

αστός ορισμός, ο αστόσ, μέσος αστός, αστός λεξικό γλώσσας ισλανδικά, αστός στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • αστυνόμος στα ισλανδικά - lögregluþjónn, Marshal, hershöfðinginn, Marshall, Vörðurinn
  • αστυφύλακας στα ισλανδικά - lögregluþjónn, Lögreglumaðurinn, Constable
  • ασυδοσία στα ισλανδικά - friðhelgi, ónæmi, friðhelgi á, friðhelgin
  • ασυλία στα ισλανδικά - hæli, friðhelgi, ónæmi, friðhelgi á, friðhelgin
Τυχαίες λέξεις
Αστός στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: bæjarmaðurinn, Bæjarmaður