Αστός στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: αστός, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
townsman
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αστός
αστός ορισμός, ο αστόσ, μέσος αστός, αστός λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, αστός στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- αστυνόμος στα σλαβομακεδονικά - маршал, маршалот, фелдмаршал, началник на, излужам
- αστυφύλακας στα σλαβομακεδονικά - Констабл, полицаец
- ασυδοσία στα σλαβομακεδονικά - имунитет, имунитетот, на имунитетот, отпорност, имунитетот на
- ασυλία στα σλαβομακεδονικά - имунитет, имунитетот, на имунитетот, отпорност, имунитетот на
Τυχαίες λέξεις
Αστός στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: townsman
Μεταφράσεις: townsman