Αστός στα τούρκικα
Μετάφραση: αστός, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
hemşehri, Townsman, şehirli, Hemşehrim
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αστός
αστός ορισμός, ο αστόσ, μέσος αστός, αστός λεξικό γλώσσας τούρκικα, αστός στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- αστυνόμος στα τούρκικα - mareşal, marshal, şerif, mareşali, marşal
- αστυφύλακας στα τούρκικα - polis memuru, constable, Memur, constable ve, Constable'ın
- ασυδοσία στα τούρκικα - dokunulmazlık, bağışıklık, immünite, bağışıklığı, dokunulmazlığı
- ασυλία στα τούρκικα - sığınak, barınak, bağışıklık, dokunulmazlık, immünite, bağışıklığı, dokunulmazlığı
Τυχαίες λέξεις
Αστός στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: hemşehri, Townsman, şehirli, Hemşehrim
Μεταφράσεις: hemşehri, Townsman, şehirli, Hemşehrim