Γυαλίζω στα ισλανδικά

Μετάφραση: γυαλίζω, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
fága, fægja, gljá, polish, pólska
Γυαλίζω στα ισλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: γυαλίζω

γυαλίζω ασημικά, γυαλίζω λεξικό γλώσσας ισλανδικά, γυαλίζω στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • γυαλάδα στα ισλανδικά - háglans, gljái, gljáa, að gljái
  • γυαλί στα ισλανδικά - spegill, gler, glas, gleri, úr gleri, gler af
  • γυαλιά στα ισλανδικά - gleraugu, glös, gleraugun
  • γυαλιστερός στα ισλανδικά - spangly
Τυχαίες λέξεις
Γυαλίζω στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: fága, fægja, gljá, polish, pólska