Γυαλίζω στα λευκορωσικά
Μετάφραση: γυαλίζω, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
польскі, Польская, польскую, польскае
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: γυαλίζω
γυαλίζω ασημικά, γυαλίζω λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, γυαλίζω στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- γυαλάδα στα λευκορωσικά - бляск, блеск
- γυαλί στα λευκορωσικά - шкло, лёд, шклянка, сцякло, стекло
- γυαλιά στα λευκορωσικά - акуляры, ачкі
- γυαλιστερός στα λευκορωσικά - блiскучы, spangly
Τυχαίες λέξεις
Γυαλίζω στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: польскі, Польская, польскую, польскае
Μεταφράσεις: польскі, Польская, польскую, польскае