Εκκρεμότητα στα ισλανδικά
Μετάφραση: εκκρεμότητα, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
abeyance
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εκκρεμότητα
εκκρεμότητα στα αγγλικά, εκκρεμότητα στιχοι, εκκρεμότητα συνώνυμα, εκκρεμότητα αγγλικά, εκκρεμότητα ορθογραφία, εκκρεμότητα λεξικό γλώσσας ισλανδικά, εκκρεμότητα στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- εκκολάπτομαι στα ισλανδικά - klekja, klekjast, útungun, lúga, Hatch
- εκκρίνω στα ισλανδικά - exude, að exude, miðla
- εκλέγω στα ισλανδικά - kjósa, útvöldu, Verðandi, útvalda
- εκλέξιμος στα ισλανδικά - gjaldgeng, hæf, til greina, gjaldgengar, gjaldgengur
Τυχαίες λέξεις
Εκκρεμότητα στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: abeyance
Μεταφράσεις: abeyance