Εκκρεμότητα στα λιθουανικά
Μετάφραση: εκκρεμότητα, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
laikinas sustabdymas, laikinas panaikinimas, Laikinas neveikimą, Jokių savininko, Laikinas nutraukimas
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εκκρεμότητα
εκκρεμότητα στα αγγλικά, εκκρεμότητα στιχοι, εκκρεμότητα συνώνυμα, εκκρεμότητα αγγλικά, εκκρεμότητα ορθογραφία, εκκρεμότητα λεξικό γλώσσας λιθουανικά, εκκρεμότητα στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- εκκολάπτομαι στα λιθουανικά - liukas, anga, durelės, išperinti, brūkšniuoti
- εκκρίνω στα λιθουανικά - trykšti, almėti, išsiskiria, trykšta, Išskirti
- εκλέγω στα λιθουανικά - išrinktasis, išrinktas, išrinkti, išrinktieji, rinkti
- εκλέξιμος στα λιθουανικά - tinkamas, teisę, gauti, tinkamos, gali būti
Τυχαίες λέξεις
Εκκρεμότητα στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: laikinas sustabdymas, laikinas panaikinimas, Laikinas neveikimą, Jokių savininko, Laikinas nutraukimas
Μεταφράσεις: laikinas sustabdymas, laikinas panaikinimas, Laikinas neveikimą, Jokių savininko, Laikinas nutraukimas