Εκκρεμότητα στα ιταλικά
Μετάφραση: εκκρεμότητα, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
sospensione, abeyance, sospensive, sospeso, sospesa
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εκκρεμότητα
εκκρεμότητα στα αγγλικά, εκκρεμότητα στιχοι, εκκρεμότητα συνώνυμα, εκκρεμότητα αγγλικά, εκκρεμότητα ορθογραφία, εκκρεμότητα λεξικό γλώσσας ιταλικά, εκκρεμότητα στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- εκκολάπτομαι στα ιταλικά - portello, boccaporto, tratteggio, botola, portellone
- εκκρίνω στα ιταλικά - licenziamento, liberazione, rilasciare, autorizzare, stillare, liberare, scarcerazione, ...
- εκλέγω στα ιταλικά - scegliere, eleggere, eletto, eletti, eletta, designato
- εκλέξιμος στα ιταλικά - adatto, eleggibile, idoneo, ammissibili, ricevuto voti, ammissibile
Τυχαίες λέξεις
Εκκρεμότητα στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: sospensione, abeyance, sospensive, sospeso, sospesa
Μεταφράσεις: sospensione, abeyance, sospensive, sospeso, sospesa