Εκκρεμότητα στα ουγγρικά

Μετάφραση: εκκρεμότητα, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
felfüggesztve, hatályon kívül helyezve
Εκκρεμότητα στα ουγγρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εκκρεμότητα

εκκρεμότητα στα αγγλικά, εκκρεμότητα στιχοι, εκκρεμότητα συνώνυμα, εκκρεμότητα αγγλικά, εκκρεμότητα ορθογραφία, εκκρεμότητα λεξικό γλώσσας ουγγρικά, εκκρεμότητα στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • εκκολάπτομαι στα ουγγρικά - nyílás, Hatch, sraffozási, sraffozás, kikelnek
  • εκκρίνω στα ουγγρικά - tulajdon-átruházás, elengedés, árammegszakító, eleresztés, izzad, sugároznak, izzaszt, ...
  • εκλέγω στα ουγγρικά - válogatott, választott, kiválasztott, megválasztott, választottakat, választottait, választottakért
  • εκλέξιμος στα ουγγρικά - választható, megfelelő, támogatható, jogosult, jogosultak
Τυχαίες λέξεις
Εκκρεμότητα στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: felfüggesztve, hatályon kívül helyezve