Εκκρεμότητα στα πολωνικά
Μετάφραση: εκκρεμότητα, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
zagrożenie, zawieszenie, nieznajomość, stan zawieszenia
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εκκρεμότητα
εκκρεμότητα στα αγγλικά, εκκρεμότητα στιχοι, εκκρεμότητα συνώνυμα, εκκρεμότητα αγγλικά, εκκρεμότητα ορθογραφία, εκκρεμότητα λεξικό γλώσσας πολωνικά, εκκρεμότητα στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- εκκολάπτομαι στα πολωνικά - luk, kreskować, wyląg, śluza, wylęg, wykluwać, zakreskować, ...
- εκκρίνω στα πολωνικά - wypuścić, wypuszczanie, zwalniać, spust, wyzwolenie, wersja, puszczenie, ...
- εκλέγω στα πολωνικά - wybierać, elekt, chcieć, wybrany, wybrani, elekta, wybrańcy
- εκλέξιμος στα πολωνικά - obieralny, odpowiedni, wybieralny, kwalifikowalne, kwalifikują, kwalifikować, kwalifikuje, ...
Τυχαίες λέξεις
Εκκρεμότητα στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: zagrożenie, zawieszenie, nieznajomość, stan zawieszenia
Μεταφράσεις: zagrożenie, zawieszenie, nieznajomość, stan zawieszenia