Εργολάβος στα ισλανδικά

Μετάφραση: εργολάβος, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
verktaka, verktaki, verktakinn
Εργολάβος στα ισλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εργολάβος

εργολάβος μου πρότεινε μίζα και του έσπασα τα μούτρα, εργολάβος οικοδομών, εργολάβοσ σπύροσ, εργολάβοσ κηδειών, εργολάβος θερμίδες, εργολάβος λεξικό γλώσσας ισλανδικά, εργολάβος στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • εργοδηγός στα ισλανδικά - gaffer
  • εργοδότης στα ισλανδικά - vinnuveitandi, vinnuveitanda, vinnuveitandinn, atvinnurekandi, atvinnurekanda
  • εργοστάσιο στα ισλανδικά - verksmiðja, jurt, verksmiðju, verksmiðjan, verksmiðjunni, verksmiðju sem
  • ερείπια στα ισλανδικά - rústir, Rústirnar, tóftir, rústum, finna rústir
Τυχαίες λέξεις
Εργολάβος στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: verktaka, verktaki, verktakinn