Μητέρα στα ισλανδικά

Μετάφραση: μητέρα, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
móðir, móður, mamma, móðirin, að móðir
Μητέρα στα ισλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μητέρα

μητέρα τερέζα, μητέρα φάλαινα τυφλή, μητέρα του οδυσσέα, μητέρα τιμές, μητέρα μεγαλόψυχη, μητέρα λεξικό γλώσσας ισλανδικά, μητέρα στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • μηνύω στα ισλανδικά - bespeak
  • μηρός στα ισλανδικά - læri, lærið, lærum, lendar, læris
  • μητριά στα ισλανδικά - stjúpmóðir
  • μητρικός στα ισλανδικά - motherly
Τυχαίες λέξεις
Μητέρα στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: móðir, móður, mamma, móðirin, að móðir