Πέψη στα ισλανδικά
Μετάφραση: πέψη, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
melting, meltingu, niðurbrot, við meltingu, meltinguna
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πέψη
πέψη υδατανθράκων, πέψη διάρκεια, πέψη και απορρόφηση, πέψη λιπών, πέψη κότας, πέψη λεξικό γλώσσας ισλανδικά, πέψη στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- πέτρα στα ισλανδικά - steinn, drangur, bjarg, klettur, grjót, berg, steini, ...
- πέφτω στα ισλανδικά - brölta, árekstur, falla, fall, hrapa, lækka, fallið, ...
- πήζω στα ισλανδικά - curdle
- πίεση στα ισλανδικά - þrýsting, þrýstingur, þrýstingi, þrýstingurinn, blóðþrýstingur
Τυχαίες λέξεις
Πέψη στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: melting, meltingu, niðurbrot, við meltingu, meltinguna
Μεταφράσεις: melting, meltingu, niðurbrot, við meltingu, meltinguna