Πέψη στα λευκορωσικά

Μετάφραση: πέψη, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
страваванне, стрававання
Πέψη στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πέψη

πέψη υδατανθράκων, πέψη διάρκεια, πέψη και απορρόφηση, πέψη λιπών, πέψη κότας, πέψη λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, πέψη στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • πέτρα στα λευκορωσικά - камень
  • πέφτω στα λευκορωσικά - восень, падаць, валіцца
  • πήζω στα λευκορωσικά - згортвацца, згусаць
  • πίεση στα λευκορωσικά - ціск, націск
Τυχαίες λέξεις
Πέψη στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: страваванне, стрававання