Πέψη στα πορτογαλικά
Μετάφραση: πέψη, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
sumário, digestão, digerir, a digestão, de digestão, digest�, digestão de
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πέψη
πέψη υδατανθράκων, πέψη διάρκεια, πέψη και απορρόφηση, πέψη λιπών, πέψη κότας, πέψη λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, πέψη στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- πέτρα στα πορτογαλικά - pedras, lapidar, rochedo, robô, rocha, pedra, estômago, ...
- πέφτω στα πορτογαλικά - caducar, cair, fiel, roubar, anoitecer, lapso, queda, ...
- πήζω στα πορτογαλικά - densamente, gordo, engrossar, coalhar, coagular, curdle, coalho, ...
- πίεση στα πορτογαλικά - pressionar, pressão, apinhar, prensagem, de pressão, a pressão, pressão de, ...
Τυχαίες λέξεις
Πέψη στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: sumário, digestão, digerir, a digestão, de digestão, digest�, digestão de
Μεταφράσεις: sumário, digestão, digerir, a digestão, de digestão, digest�, digestão de