Πέψη στα λιθουανικά
Μετάφραση: πέψη, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
virškinimas, virškinimą, virškinimo, skaidymas, pūdymo
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πέψη
πέψη υδατανθράκων, πέψη διάρκεια, πέψη και απορρόφηση, πέψη λιπών, πέψη κότας, πέψη λεξικό γλώσσας λιθουανικά, πέψη στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- πέτρα στα λιθουανικά - akmuo, rokenrolas, brangakmenis, uola, akmens, akmenys, akmenų, ...
- πέφτω στα λιθουανικά - prietema, bankrotas, dundėti, ruduo, kristi, patenka, sumažės, ...
- πήζω στα λιθουανικά - stingti, krekėti, Susukamos, sukrekėti, Sarūgt
- πίεση στα λιθουανικά - slėgis, spaudimas, slėgio, spaudimo, slėgį
Τυχαίες λέξεις
Πέψη στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: virškinimas, virškinimą, virškinimo, skaidymas, pūdymo
Μεταφράσεις: virškinimas, virškinimą, virškinimo, skaidymas, pūdymo