Πέψη στα ουγγρικά
Μετάφραση: πέψη, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
megemésztés, emésztés, emésztést, emésztési, az emésztést, emésztéssel
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πέψη
πέψη υδατανθράκων, πέψη διάρκεια, πέψη και απορρόφηση, πέψη λιπών, πέψη κότας, πέψη λεξικό γλώσσας ουγγρικά, πέψη στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- πέτρα στα ουγγρικά - tojás, ékszer, rockzene, kő, kőből, követ, köves, ...
- πέφτω στα ουγγρικά - tönkrejutás, bukás, robaj, lehullás, elbukás, pangás, árzuhanás, ...
- πήζω στα ουγγρικά - vércsomó, rög, megalvad, megfagy, alvadási, megalszik
- πίεση στα ουγγρικά - nyomás, nyomáson, nyomást, nyomását, nyomású
Τυχαίες λέξεις
Πέψη στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: megemésztés, emésztés, emésztést, emésztési, az emésztést, emésztéssel
Μεταφράσεις: megemésztés, emésztés, emésztést, emésztési, az emésztést, emésztéssel