Πεζεύω στα ισλανδικά
Μετάφραση: πεζεύω, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
pezefo
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πεζεύω
πεζεύω λεξικό γλώσσας ισλανδικά, πεζεύω στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- πεδιάδα στα ισλανδικά - slétta, flatlendi, sléttur, látlaus, einfaldlega, venjuleg, venjulegur, ...
- πεδικλώνω στα ισλανδικά - ferðalag, ferð, hnýta, fjöturrinn, fjöturr
- πεζικό στα ισλανδικά - fótgöngulið, Infantry
- πεζοδρόμιο στα ισλανδικά - gangstétt, fortó, stéttina, gangstéttinni
Τυχαίες λέξεις
Πεζεύω στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: pezefo
Μεταφράσεις: pezefo