Πεζεύω στα ουκρανικά
Μετάφραση: πεζεύω, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
скидати, злізати, знімати, pezefo
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πεζεύω
πεζεύω λεξικό γλώσσας ουκρανικά, πεζεύω στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- πεδιάδα στα ουκρανικά - пледи, простий, простої, простій, простою, проста
- πεδικλώνω στα ουκρανικά - зв'язувати, подорож, затискати, затримувати, оправити, мандрівка, путівка, ...
- πεζικό στα ουκρανικά - початковий, дитячий, інфантильний, піхота
- πεζοδρόμιο στα ουκρανικά - долівка, долівку, хідник, тротуар, піл, підлога, полом, ...
Τυχαίες λέξεις
Πεζεύω στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: скидати, злізати, знімати, pezefo
Μεταφράσεις: скидати, злізати, знімати, pezefo