Σαπισμένος στα ισλανδικά
Μετάφραση: σαπισμένος, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
fúinn, Rotten, rotinn, rotið
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σαπισμένος
σαπισμένος λεξικό γλώσσας ισλανδικά, σαπισμένος στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- σαπίζω στα ισλανδικά - fúna, mortify
- σαπιοκάραβο στα ισλανδικά - bytta, ker, kirna, baðkar, pottur, diskar
- σαπούνι στα ισλανδικά - sápa, sápu
- σαπρός στα ισλανδικά - fúinn, rotinn, putrid
Τυχαίες λέξεις
Σαπισμένος στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: fúinn, Rotten, rotinn, rotið
Μεταφράσεις: fúinn, Rotten, rotinn, rotið