Σαπισμένος στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: σαπισμένος, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
скапани, расипано, гнила, гнило, скапано
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σαπισμένος
σαπισμένος λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, σαπισμένος στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- σαπίζω στα σλαβομακεδονικά - mortify
- σαπιοκάραβο στα σλαβομακεδονικά - када, кадата, кади, коритото
- σαπούνι στα σλαβομακεδονικά - сапунот, сапун, сапунска, сапунски, сапуни
- σαπρός στα σλαβομακεδονικά - гнил, разложен
Τυχαίες λέξεις
Σαπισμένος στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: скапани, расипано, гнила, гнило, скапано
Μεταφράσεις: скапани, расипано, гнила, гнило, скапано